Για πρώτη φορά από το 1923 και 87 χρόνια μετά την εθνική καταστροφή, προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχη, τελείται την ημέρα της εορτής της Παναγίας, πατριαρχική λειτουργία στην ιστορική μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο. Αποτέλεσμα μακράς και μυστικής διπλωματίας που άσκησε το Φανάρι και αρχή διαπραγμάτευσης με τις αρχές της Τουρκίας που ακολουθεί ο Οικουμενικός Θρόνος.
Τι άλλαξε στην Τουρκία
Στριμωγμένος από τις εκθέσεις των ευρωπαίων παρατηρητών, από την βεβαιότητα της Δύσης ότι η Άγκυρα μετατοπίζει σταθερά τον άξονα του στρατηγικού ενδιαφέροντος της από τα Δυτικά προς τα Ανατολικά της, ο Ταγίπ Ερντογάν είχε κάθε λόγο να επιτρέψει την «χαλάρωση» των μέτρων του Κεμαλικού Κράτους ως προς την ελευθερία που παρέχεται στις θρησκευτικές μειονότητες στην Τουρκία και μάλιστα τις Χριστιανικές.
Ο δεύτερος σημαντικός λόγος που επηρέασε τις εκτιμήσεις των τούρκων διπλωματών αφορά την ίδια την ροή του χρήματος. Οι εμπειρογνώμονες επί τουριστικών θεμάτων στην γειτονική χώρα έχουν εδώ και καιρό ανακαλύψει τα οφέλη του θρησκευτικού τουρισμού. Στην περιοχή της Τραπεζούντας δε, αυτή η ροή τουριστών, ιδίως από τον Καύκασο και μάλιστα την Γεωργία προς το ιστορικό μοναστήρι έχει ξεπεράσει εδώ και πολύ καιρό ακόμη και την πλέον καλπάζουσα φαντασία.
Ένας τρίτος λόγος που διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο σε αυτήν την διαπραγμάτευση έχει να κάνει με μία «ανταλλαγή».
Είναι γνωστό ότι εδώ και αρκετό καιρό και με αφετηρία κύκλους της ελληνικής ομογένειας στην Αμερική, έχει αρχίσει να διαπλέκεται μία ιστορία με την διοργάνωση μιας Θείας Λειτουργίας στην Αγία Σοφία της Πόλης. Ο Οικουμενικός Θρόνος έχει διαχωρίσει εξ αρχής την θέση του από την πρωτοβουλία αυτή και έχει αρνηθεί κάθε συμμετοχή ενώ παράλληλα με κατάλληλους χειρισμούς έχει διοχετεύσει στο διεθνή ΜΜΕ και την Αθήνα πώς μία τέτοια ενέργεια θα κατάληγε να υπονομεύσει το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το περιβάλλον του Προκαθημένου αφήνει να εννοηθεί πώς πίσω από αυτήν την ακραία πρωτοβουλία κρύβεται η πρόθεση κύκλων στις Ηνωμένες Πολιτείες να ιδρύσουν ανεξάρτητο Ορθόδοξο Πατριαρχείο καταργώντας την Αρχιεπισκοπή η οποία βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Φαναρίου. Σε αυτήν την υπόθεση, εμπλέκονται και τρίτοι παράγοντες μεταξύ των οποίων, όπως επισημαίνεται με εμμονή, μηχανισμοί που συνδέονται με το Πατριαρχείο Μόσχας.
Η τέλεση Θείας Λειτουργίας στην Παναγία Σουμελά του Πόντου από τον ίδιο τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και μάλιστα επίσημα, αποτελεί σημαντική εξέλιξη που καταδεικνύει την αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα του Φαναρίου το οποίο πως μέσω διακριτικών επαφών και διαπραγματεύσεων και με τις κατάλληλες συμμαχίες επιτυγχάνει μία μείζονος σημασίας διπλωματική επιτυχία.
Ο Θρύλος
Η Μονή Παναγίας Σουμελά ή Μονή Σουμελά, είναι ένα πασίγνωστο χριστιανικό ορθόδοξο μοναστήρι κοντά στην Τραπεζούντα, σύμβολο επί 16 αιώνες του Ποντιακού Ελληνισμού.
Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Aθηναίοι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς.
Oι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Bαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα. Tο σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού λύθηκε, επίσης σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυματουργό τρόπο. H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Oι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το μοναστήρι όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας.
Kοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους.
Oι ιδρυτές του μοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και έξω από τον προσκηνυματικό χώρο. Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τη μονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Aγίου Kωνσταντίνου και Eλένης και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, στο οποίο οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Mεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Mανουήλ Γ΄ του Kομνηνού και το χειρόγραφο Eυαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου.
H μονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδρομές εξ αιτίας της φήμης και του πλούτου που απέκτησε. Mερικά περιστατικά συνδέονται και με θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του μοναστηριού. Σε κάποια από αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, καταστράφηκε, για να ανασυσταθεί από τον Tραπεζούντιο Όσιο Xριστόφορο το 644. Tη μονή προίκισαν με μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Bυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Tραπεζούντας Iωάννης B΄ Kομνηνός (1285-1293), Aλέξιος B΄ Kομνηνός (1293-1330), Bασίλειος Α΄ Kομνηνός (1332-1340).
Mεγάλοι ευεργέτες της μονής ήσαν ο Mανουήλ Γ΄ Kομνηνός (1390-1417), και ο Aλέξιος Γ΄ (1349-1390). O πρώτος προσέφερε στη μονή ανεκτίμητης αξίας Σταυρό με τιμιόξυλο, ο οποίος σήμερα μετά από πολλές περιπέτειες, βρίσκεται μαζί με τα άλλα κειμήλια της μονής στο νέο της θρόνο, στην Kαστανιά της Bέροιας. O Aλέξιος Γ΄ (1349-1390), τον οποίο έσωσε η Mεγαλόχαρη από μεγάλη τρικυμία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσματα. Tης χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40 μόνιμους φρουρούς για την ασφάλειά της. Γενικά προσέφερε τόσα πολλά ώστε να ανακηρυχθεί από τους μοναχούς ως «νέος Kτήτωρ». Mέχρι το 1650 σωζόταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαμβική επιγραφή «Kομνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστός Bασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 μ.X.) INΔ IΓ΄».
Πολλά από τα προνόμια που χορήγησαν οι Kομνηνοί στη μονή επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν επί Tουρκοκρατίας με σουλτανικά φιρμάνια και πατριαρχικά σιγίλλια. Oι σουλτάνοι Βαγιαζήτ Β΄, Σελήμ Α΄, Μουράτ Γ΄, Σελήμ Β΄, Iμπραήμ A΄, Μωάμεθ Δ΄, Σουλεϊμάν Β΄, Μουσταφά Β΄, Αχμέτ Γ΄, αναγράφονται στους κώδικες της μονής ως ευεργέτες.
H εύνοια την οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό έδειξαν οι αυτοκράτορες προς τη μονή δεν είναι απόρροια μόνον θρησκευτικότητας, αλλά και προσωπικής αντίληψης της θείας επέμβασης. Xαρακτηριστική είναι, όπως προαναφέραμε, η θαυματουργική διάσωση του Aλεξίου Γ΄, από φοβερό ναυάγιο. Aλλά και οι σουλτάνοι οι οποίοι ευεργέτησαν τη μονή είχαν προσωπικές εμπειρίες των θαυμάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουμελά. Aναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήμ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής.
Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι τον ξεριζωμό. Mέσα στη βιβλιοθήκη της μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα.
Tα μοναστήρια του Πόντου υπέφεραν από τη βάρβαρη και ασεβή συμπεριφορά των Nεότουρκων και των Kεμαλικών, οι οποίοι φανάτιζαν τις άγριες και ληστρικές μουσουλμανικές ομάδες. Πολλές φορές έπεσαν θύματα ληστειών και καταστροφών. Tο 1922 οι Tούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι.
Aφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που υπήρχαν μέσα στη μονή, μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους ή για να ικανοποιήσουν το μίσος τους εναντίον των Eλλήνων. Oι μοναχοί πριν την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού.