Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Ομιλία Υπουργού Εξωτερικών, κ. Δ. Δρούτσα, στη Γενική Συνέλευση Ο.Η.Ε.

Αθήνα, 28.09.2010
K. Πρόεδρε , 
Κ. Γενικέ Γραμματέα,
Κυρίες και κύριοι,

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον απερχόμενο Λίβυο Πρόεδρο της 64ης Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης, κ. Ali Abdussalam Treki, για τις άοκνες προσπάθειές του ως προς την προώθηση του έργου της Γενικής Συνέλευσης. Θα ήθελα επίσης να συγχαρώ τον Ελβετό κ. Mr. Joseph Deiss για την εκλογή του ως Προέδρου της 65ης Συνόδου.

Είμαι πεπεισμένος, κ. Πρόεδρε, ότι από τη θέση σας θα μπορέσετε να αντιμετωπίσετε τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω για την αταλάντευτη στήριξη της Ελλάδας στις προσπάθειές σας. Θα ήθελα επίσης στο σημείο αυτό να τονίσω την πλήρη ταύτιση της χώρα μου με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Κυρίες και κύριοι,

Δεδομένης της φύσης των σημερινών παγκόσμιων προκλήσεων, νομίζω ότι μπορούμε να φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι από τη συμπεριφορά κάθε κράτους ξεχωριστά εξαρτάται η τύχη των άλλων. Το συμπέρασμα αυτό, κ. Πρόεδρε, έχει άμεση σχέση με το κεντρικό θέμα που προτείνατε για την εφετινή συζήτηση: τον κεντρικό ρόλο των Ηνωμένων Εθνών με έμφαση στην έννοια της παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Σήμερα το πραγματικό ζήτημα έγκειται στην ανάγκη να επιβεβαιώσουμε τη σημασία της παγκόσμιας διακυβέρνησης, ώστε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια κοινότητα. Εάν καθένας από εμάς μπορέσει να αντιληφθεί πλήρως και να δεχθεί αυτόν τον φαινομενικά αυταπόδεικτο ισχυρισμό, τότε δεν θα υπάρξει καμία αμφιβολία για τον κεντρικό ρόλο των Ηνωμένων Εθνών στη διαδικασία αυτή.

Εν προκειμένω, θεωρώ ότι όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι τα Ηνωμένα Έθνη είναι ο μόνος παγκόσμιος φορέας που φέρει καθολική νομιμοποίηση. Είναι ο Οργανισμός τον οποίο πρέπει όλοι ενεργά να στηρίζουμε ώστε να επιτύχουμε συλλογικές και επομένως βέλτιστες λύσεις στο διαρκώς αυξανόμενο αριθμό πολύπλευρων ζητημάτων που αντιμετωπίζουμε.

Η ιδέα της παγκόσμιας διακυβέρνησης, ωστόσο, είναι πολύ πιο ευρεία από αυτό. Παρόλο που είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η έννοια αυτή συνεπάγεται τη δημιουργία του Λεβιάθαν του Hobbes σε παγκόσμια κλίμακα, παραμένει ωστόσο σε κάθε περίπτωση γεγονός ότι η προσπάθειά μας να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας είναι πέρα από τις μεμονωμένες δυνατότητες των κρατών.

Σε αυτό το σημείο αναδεικνύεται ο ρόλος των Ηνωμένων Εθνών και γι’ αυτό και η συζήτησή μας για τη μεταρρύθμιση και την αναζωογόνηση του Οργανισμού είναι πρωταρχικής σημασίας.

Την ίδια στιγμή, εμείς, τα κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών, πρέπει να συγκεντρώσουμε το δυναμικό μας, τις εμπειρίες και την τεχνογνωσία μας και να ενεργήσουμε ως συνεκτικό σύνολο, αυτό που είναι και η έννοια της παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Πρέπει εν προκειμένω να επικεντρωθούμε σε δύο θεμελιώδεις πυλώνες:

(α) να αυξήσουμε τόσο τα μόνιμα όσο και τα μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, ώστε να αντικατοπτρίζεται καλύτερα η σημερινή παγκόσμια κοινωνική, οικονομική και πολιτική πραγματικότητα αλλά και να ενδυναμώσουμε το ρόλο της Γενικής Συνέλευσης και τη διάδραση των δύο αυτών σωμάτων.

και
(β) να ενδυναμώσουμε και να βελτιώσουμε τη συνεργασία και το συντονισμό των Ηνωμένων Εθνών με τους μεγάλους διεθνείς και περιφερειακούς Οργανισμούς με σκοπό την αποτελεσματική λειτουργία της πολυμερούς συνεργασίας προς όφελος των λαών μας.

Στις αρχαιοελληνικές Τραγωδίες, το ανθρώπινο Δράμα εκτυλίσσεται γύρω από δύο κεντρικές έννοιες: την Ύβρη και τη Νέμεση. Τη σημερινή εποχή, όπως και κατά την Κλασσική Περίοδο, Ύβρη αποτελεί η ασέβεια προς το φυσικό περιβάλλον και Νέμεση οι συνακόλουθες φυσικές καταστροφές.

Τους τελευταίους μήνες ήμαστε μάρτυρες των αποτελεσμάτων φυσικών καταστροφών σε πολλά μέρη του κόσμου, στην Αϊτή και τη Ρωσία, το Πακιστάν και τη Γουατεμάλα.

Αυτό που διαφέρει από φυσικές καταστροφές του παρελθόντος είναι ο αριθμός των ανθρώπων που αυτές πλήττουν. Το 2010 προβλέπεται ότι θα σημειωθεί αρνητικό ρεκόρ στον αριθμό των θυμάτων τους.

Τα τελευταία έτη σημειώθηκε σημαντική πρόοδος στον τομέα αυτό, ιδιαιτέρως από τα Ηνωμένα Έθνη και τους εξειδικευμένους τους φορείς. Σημαντική επίσης υπήρξε η σύσταση του Central Emergency Response Fund (CERF). Φέτος πρέπει να επικεντρωθούμε στο να βελτιώσουμε περαιτέρω τους απαραίτητους μηχανισμούς για την ταχεία αντίδραση, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών με τους περιφερειακούς ή διεθνείς Οργανισμούς που έχουν τα μέσα να υποστηρίξουν επιχειρήσεις παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας.


Κυρίες και Κύριοι,

Η Κλιματική Αλλαγή αποτελεί τη μεγαλύτερη παγκόσμια περιβαλλοντική απειλή. Όλοι ξέρουμε ότι γρήγορα θα επηρεάσει όλες τις πτυχές της ζωής μας, συμπεριλαμβανομένης της ειρήνης και της ασφάλειας. Καθήκον μας είναι να οδηγήσουμε τον κόσμο σε μία νέα «Πράσινη Περίοδο» και να εγγυηθούμε στις επερχόμενες γενεές ένα καλύτερο και με ευμάρεια μέλλον.

Η Συμφωνία της Κοπεγχάγης αποτελεί μία βάση στην οποία μπορούμε να δουλέψουμε από κοινού. Ο σκοπός μας θα πρέπει να είναι μία φιλόδοξη, συνολική, ισορροπημένη και νομικά δεσμευτική συμφωνία που θα υποστηρίζει τις προσαρμοστικές προσπάθειες των πιο ευπαθών χωρών και θα ανοίγει την πόρτα σε ένα μέλλον αειφόρου ανάπτυξης με σεβασμό στο περιβάλλον. Πρέπει να επικεντρώσουμε τις προσπάθειές μας ώστε να εξασφαλίσουμε επιτυχές αποτέλεσμα στην επερχόμενη Σύνοδο Κορυφής COP 16 στην Κανκούν.

Πιστεύουμε ενθέρμως ότι η δράση δεν πρέπει να σταματήσει. Η Ελληνική Κυβέρνηση προτείνει την έναρξη μίας νέας Μεσογειακής Πρωτοβουλίας για την Κλιματική Αλλαγή, σε στενή συνεργασία με τα Κράτη της Μεσογείου που είναι ισχυρώς δεσμευμένα στην περιβαλλοντική και ενεργειακή ασφάλεια. Η επίσημη έναρξη της πρωτοβουλίας αυτής θα πραγματοποιηθεί στις 22 Οκτωβρίου στην Αθήνα, στην πορεία προς τη συνάντηση του Μεξικού.

Προς τον ίδιο σκοπό, το κεντρικό θέμα της Προεδρίας μας στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου (ΟΣΕΠ) είναι «Η Μαύρη Θάλασσα γίνεται Πράσινη», το οποίο υπερβαίνει μία στενή περιβαλλοντική ευαισθησία: είναι μία επιλογή ανάπτυξης βασισμένη στην πεποίθηση ότι ο συνδυασμός της πράσινης τεχνολογίας, της διαχείρισης των πηγών και της περιβαλλοντικής σταθερότητας μπορεί να αποτελέσει, και θα αποτελέσει, εφαλτήριο για την περιφερειακή συνεργασία, επιχειρηματικότητα και ανάπτυξη της απασχόλησης - λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι και διά του συνδυασμού της ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος διατηρούμε και αξιοποιούμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής μας, τα τοπία της, τη θάλασσα, το νερό, τη βιοποικιλότητά της. Τις βάσεις για τη μελλοντική της τουριστική, αγροτική, αλιευτική ανάπτυξη.


Κυρίες και κύριοι,

Η πρόσφατη παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση άφησε λίγες μόνο χώρες ανεπηρέαστες. Η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Τόσο οι προηγμένες οικονομίες όσο και οι αναδυόμενες πρέπει να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα που είναι αποτέλεσμα του «φαινομένου της πεταλούδας» που σχετίζεται με τις σχεδόν άρρηκτες διασυνδέσεις των οικονομιών μας, στο πλαίσιο ενός κόσμου στον οποίο πρέπει να βρούμε έναν νέο όρο για την έννοια της παγκοσμιοποίησης.

Έχει καταστεί προφανές σε όλους μας ότι το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει σοβαρά μειονεκτήματα που πρέπει να διορθωθούν. Έναν από τους στόχους της πρόσφατης Συνόδου G20 αποτέλεσε η μεταρρύθμιση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος για την αποφυγή παρόμοιων δυσάρεστων καταστάσεων στο μέλλον.

Οι προσπάθειες αυτές είναι απαραίτητες όχι μόνο επειδή πρέπει να στηριχθεί η οικονομική ανάπτυξη, αλλά και διότι δυσλειτουργίες στις χρηματοπιστωτικές αγορές ανά τον κόσμο έχουν επιδράσει αρνητικά στη συλλογική μας ικανότητα να προχωρήσουμε μπροστά και να επιτύχουμε τους διεθνώς συμφωνημένους παγκόσμιους αναπτυξιακούς στόχους.

Επί τούτου, θα ήθελα να χαιρετίσω τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής για τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας και να συγχαρώ τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για την έγκαιρη πρωτοβουλία του.

Βεβαίως, άρρηκτα συνδεδεμένο με την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας αλλά και με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση είναι το ολοένα αυξανόμενο φαινόμενο της διεθνούς μετανάστευσης.

Το καίριο αυτό ζήτημα έχει διττή ανθρωπιστική διάσταση. Αυτό που αφενός διακυβεύεται αρχικά είναι η ίδια η ασφάλεια χιλιάδων ανθρώπων που κάθε χρόνο ρισκάρουν τη ζωή τους υπό ακραίες συνθήκες στο ταξίδι προς ένα καλύτερο μέλλον για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Αμέτρητες ζωές χάνονται κάθε χρόνο, ειδικά στη θάλασσα, θύματα αδίστακτων διακινητών που πλουτίζουν από την εξαθλίωση και την απόγνωση άλλων.

Αφετέρου, οι μετανάστες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στους ενδιάμεσους ή τελικούς προορισμούς τους. Το βάρος που πέφτει στις χώρες υποδοχής είναι τόσο μεγάλο που οι μετανάστες βρίσκονται μετέωροι και περιθωριοποιημένοι από την τοπική κοινωνία. Οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις, και για τις χώρες υποδοχής και για τους μετανάστες, είναι πολύ σοβαρές.

Για εμάς, πρόκειται για φλέγον ανθρωπιστικό ζήτημα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπισθεί συνολικά και σε όλες τις πτυχές του. Από την ενδελεχή εξέταση και αντιμετώπιση των λόγων που οδήγησαν στην έξαρση του φαινομένου έως την καταπολέμηση των δικτύων οργανωμένου εγκλήματος που συνδέονται με την τραγωδία της διακίνησης ατόμων.

Η Ελληνική Προεδρία του τρίτου Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη (GFMD) προσπάθησε να προωθήσει αυτήν τη συνολική προσέγγιση. Κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα 2-5 Νοεμβρίου 2009 υπό τον τίτλο «Ενσωματώνοντας τις πολιτικές μετανάστευσης στις στρατηγικές ανάπτυξης προς όφελος όλων», εξετάσθηκε μεγάλος αριθμός σημαντικών ζητημάτων.

Πιστεύουμε ότι η συνάντηση των Αθηνών συνέβαλε επιτυχώς στην εδραίωση του GFMD ως σημαντικού Βήματος για την ανταλλαγή απόψεων, ιδεών και εμπειριών από τις Κυβερνήσεις στα θέματα μετανάστευσης και ανάπτυξης. Επιβεβαίωσε επίσης ότι η διαδικασία πρέπει να παραμείνει άτυπη και καθοδηγούμενη από τα κράτη, υπογραμμίζοντας τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της και τονίζοντας την ανάγκη ενδυνάμωσης της αναπτυξιακής της διάστασης.

Στην τρίτη του χρονιά το GFMD απέδειξε ότι είναι κάτι παραπάνω από μία ακόμη διεθνής συνάντηση για τη μετανάστευση και την ανάπτυξη και πλέον καθοδηγεί τη συζήτηση με σημαντικό τρόπο, κτίζοντας γέφυρες μεταξύ κρατών και περιοχών, μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, μεταξύ μεταναστών-πατρίδων τους-κρατών υποδοχής.


Κυρίες και κύριοι,

Τα τελευταία εξήντα χρόνια η διεθνής κοινότητα έκανε αξιοσημείωτα βήματα ως προς την προστασία και την προώθηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο Οργανισμός μας, τα Ηνωμένα Έθνη, ήταν στην πρώτη γραμμή μίας διαρκούς εκστρατείας να θέσουμε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το σεβασμό των αναπαλλοτρίωτων και θεμελιωδών καθολικών δικαιωμάτων στο κέντρο όλων των πολιτικών μας, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Πιστεύω πράγματι ότι δεν θα μπορούσαμε αλλιώς.

Ο σεβασμός και η περαιτέρω προώθηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της Δημοκρατίας μας και σηματοδοτεί την ποιοτική πρόοδο και εξέλιξη του πολιτισμού μας.

Παρά την πρόοδο στον τομέα αυτό, πολλά πρέπει ακόμα να γίνουν. Πρέπει να εντοπίσουμε μειονεκτήματα και να επικεντρωθούμε στην προώθηση των πτυχών στις οποίες ακόμα υπολειπόμαστε.

Ας διασφαλίσουμε, κυρίες και κύριοι, ότι ο κόσμος θα θυμάται από αυτήν τη δεκαετία όχι μόνο ότι εισήλθαμε στην οδό προς την εμπέδωση της καθολικότητας και οικουμενικότητα των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως περιγράφονται στο Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και ότι προωθήσαμε αποφασιστικά μια πραγματικά συνεκτική προσέγγιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεδομένου ότι όλες οι παγκόσμιες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η γενιά μας - είτε είναι η κλιματική αλλαγή, οι φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές είτε οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές κρίσεις, η τρομοκρατία, οι διεθνείς μεταναστευτικές ροές - έχουν ουσιαστική επίδραση στην απόλαυση των δικαιωμάτων αυτών.

Υπό την έννοια αυτή, η Ελλάδα εξακολουθεί να στηρίζει όλες τις προσπάθειες για ένα ουσιαστικό και αποτελεσματικό Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με ανανεωμένο καθεστώς, εντολή, δομές και συμμετοχή των μελών του. Αυτό είναι υψίστης σημασίας για την αξιοπιστία, τη νομιμοποίηση και την αποτελεσματικότητα του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως προβλέπεται από το Χάρτη. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα θα προασπίσει ενεργά το κύρος του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την υποψηφιότητά της για τα έτη 2012-2015.


Κυρίες και κύριοι,

Το νήμα που συνδέει όλα τα παραπάνω θέματα είναι η ανάγκη να βελτιώσουμε τους μηχανισμούς που είναι απαραίτητοι για την εξασφάλιση της δράσης από κοινού, σε πολυμερές πλαίσιο, ώστε να αντιμετωπίσουμε τις κοινές αυτές προκλήσεις με συνοχή και αποτελεσματικότητα. Ως προς αυτό, η προώθηση της αποτελεσματικής αλληλεπίδρασης και του συντονισμού μεταξύ ΟΗΕ και περιφερειακών οργανισμών πρέπει να αποτελεί μια από τις κορυφαίες μας προτεραιότητες.

Αυτό που είναι εξίσου ξεκάθαρο από όλα τα προαναφερθέντα, είναι ότι η αντίληψή μας για την ασφάλεια είναι αδιαίρετη, συνεκτική και συνεργατική. Αυτό είναι το πνεύμα με το οποίο προσεγγίσαμε την Προεδρία του ΟΑΣΕ την οποία άσκησε η Ελλάδα το 2009. Ήταν επιτακτική η ανάγκη αναθεώρησης της έννοιας της ασφάλειας, όπως και η ανάγκη επανεξέτασης της αρχιτεκτονικής ασφάλειας μιας περιοχής που εκτείνεται από το Βανκούβερ ως το Βλαδιβοστόκ.

Θεωρούμε την επόμενη Συνέλευση του ΟΑΣΕ για το 2010 ένα θεμελιώδες ορόσημο για το διάλογο για την ασφάλεια στην Ευρώπη, τη γνωστή «Διαδικασία της Κέρκυρας», την οποία εγκαινίασε η Ελληνική Προεδρία του ΟΑΣΕ το 2009. Αυτή η ανοικτή διαδικασία ευρύτερου πολιτικού διαλόγου έχει καθιερώσει στόχους φιλόδοξους αλλά και ρεαλιστικούς, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των 56 σ-κ του ΟΑΣΕ, την ανάκτηση του συνεργατικού πνεύματος που συνέδεσε τους ιδρυτές του ΟΑΣΕ, την προαγωγή της αλληλεγγύης και της συνεργασίας. Χάρη στη δέσμευση και στη συμμετοχή των εταίρων μας του ΟΑΣΕ στη Διαδικασία της Κέρκυρας, το όραμα της Χάρτας των Παρισίων του 1990 για μια Νέα Ευρώπη – της οποίας την 20η επέτειο γιορτάζουμε φέτος – έχει πλέον την προοπτική να γίνει πραγματικότητα στο ευρωπαϊκό πεδίο ασφάλειας.

Εντός της Ε.Ε, τα κράτη-μέλη έχουν αναπτύξει ένα ευρύ φάσμα εκλεπτυσμένων εργαλείων και εξειδικευμένων διαδικασιών, και στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων, τα οποία είναι σχεδιασμένα ώστε να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στις πολύπλευρες προκλήσεις του σήμερα, από την έγκαιρη προειδοποίηση και την πρόληψη συγκρούσεων μέχρι την επείγουσα ανταπόκριση και τη διαχείριση κρίσεων, την ανοικοδόμηση και την αποκατάσταση.

Αυτό όμως που πραγματικά διακρίνει την Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως αφότου τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας, είναι ο βαθμός ενσωμάτωσης που έχουν επιτύχει τα κ-μ σε πολλά επίπεδα.

Η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν σθεναρός υποστηρικτής του Ευρωπαϊκού Ιδεώδους. Είναι αυτή η πίστη στην προστιθέμενη ισχύ που διαθέτει μια ενωμένη ήπειρος, ενιαία από άποψη πολιτική, οικονομική, κοινωνική και βασισμένη σε ένα ισχυρό θεμέλιο ασφάλειας, το οποίο επηρεάζει και διαμορφώνει τις αποφάσεις μας στην εξωτερική πολιτική.

Σταθερά, στόχος μας, εμάς και των εταίρων μας στην Ε.Ε, χωρίς προκατάληψη ως προς τις ιδιαίτερες εθνικές θέσεις, είναι να συνεισφέρουμε ενεργά και εποικοδομητικά στη διαμόρφωση της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας της Ε.Ε, καθώς ο καθένας μας φέρνει στο τραπέζι τα δικά του συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις ξεχωριστές του εμπειρίες.

Γι’ αυτό κατά την εναρκτήρια τοποθέτησή μου εξέφρασα την πλήρη ευθυγράμμιση της Ελλάδας με τη δήλωση της Ε.Ε. Δεν πρόκειται για επιφανειακή σύμπλευση με μια γενικής φύσης δήλωση, αλλά αποτελεί μια συνειδητή πολιτική απόφαση, δεδομένου ότι η δήλωση της Ε.Ε. πραγματικά αντανακλά τις θέσεις της Ελλάδας ως προς τις κορυφαίες διεθνείς προκλήσεις. Με αυτήν την ευκαιρία, θα ήθελα να εκφράσω τη σθεναρή πεποίθησή μου ότι η Γενική Συνέλευση θα ωφεληθεί εξαιρετικά από διευθετήσεις που θα επιτρέψουν στους εκπροσώπους της Ε.Ε. να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους αποτελεσματικά στις επίσημες συναντήσεις.


Κυρίες και κύριοι,

Αυτό που συμβαίνει στη γειτονιά μας επηρεάζει άμεσα στον τρόπο που θα μεγαλώσουν τα παιδιά μας. Στην Ελλάδα το έχουμε συνειδητοποιήσει αυτό βαθύτατα. Γι’ αυτό έχουμε αναλάβει μια δέσμευση, προς την περιοχή μας και τους ανθρώπους της.

Πιστεύουμε ότι η σταθερότητα στην περιοχή μας είναι προαπαιτούμενο για την ασφάλεια και εννοούμε τη σταθερότητα με την έννοια της εφαρμογής της δημοκρατίας, της ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών που εγγυώνται τη διαφάνεια και την υπευθυνότητα, της μείωσης των οικονομικών ανισοτήτων και του κράτους δικαίου εντός των κοινωνιών μας και μεταξύ των χωρών μας. Σημαντικότατος παράγοντας για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη στην περιοχή μας είναι οι σχέσεις καλής γειτονίας, μια θεμελιώδης αρχή, η οποία, μαζί τις άλλες αρχές που περιλαμβάνει ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, συνιστούν τον ακρογωνιαίο λίθο της διεθνούς νομικής τάξης πραγμάτων σήμερα.

Η ασφάλεια της Ελλάδας συνίσταται στο ότι αποτελεί μέλος της Ε.Ε και του ΝΑΤΟ. Εργαζόμαστε ώστε τα κράτη της περιοχής να επωφεληθούν από τη σταθεροποιητική επίδραση της μελλοντικής συμμετοχής τους στους οργανισμούς αυτούς.

Τα Βαλκάνια εξακολουθούν να είναι μια ευαίσθητη περιοχή από άποψη ασφάλειας. Η σκόνη από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ακόμη δεν έχει κατακαθίσει.

Το όραμα της Ελλάδας για τα Βαλκάνια περιγράφει μια περιοχή στην οποία η δημοκρατία θα αποτελεί πλέον τον κανόνα, όπου οι επιδιώξεις των πολιτών θα πραγματοποιούνται μέσω ειρηνικών και δημοκρατικών πρακτικών, όπου τα δικαιώματα των μειονοτήτων είναι σεβαστά, όπου οι κυβερνήσεις λογοδοτούν για τις πράξεις τους, οι οικονομίες χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και συμμετέχουν στην πολιτική όλα τα συνιστώντα στοιχεία μιας κοινωνίας.

Ο κόσμος έχει μια ευθύνη, οφείλει να υποστηρίξει αυτό το όραμα για την περιοχή μας. Χρειάζεται να ενισχύσουμε μια περιοχή που ιστορικά καθηλώθηκε, διαιρέθηκε και έγινε αντικείμενο εξαρτήσεων από μια διεθνή κοινότητα, η οποία ήταν έρμαιο ανταγωνιστικών συμφερόντων και φορέας αντιφατικών μηνυμάτων.

Κατά την άποψη μας, η προοπτική της ενσωμάτωσης ολόκληρης της περιοχής στις ευρωατλαντικές δομές και θεσμούς είναι η οδός για το μέλλον, η οποία μπορεί να εγγυηθεί τη σταθερότητα και την ανάπτυξη. Στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ιδέας έγκειται η εγκαθίδρυση συμμετοχικών θεσμών και πρακτικών. Γι’ αυτό η Ελλάδα ανέκαθεν υποστήριζε τη διεύρυνση της Ε.Ε ως ένα μέσο οικοδόμησης μιας γέφυρας ασφάλειας, συνεργασίας και ανάπτυξης μεταξύ των λαών.

Προκειμένου να αναζωογονήσουμε την προοπτική της ενσωμάτωσης των Βαλκανίων στην Ε.Ε, η Ελλάδα έχει καταθέσει μια νέα πρωτοβουλία, την «Agenda 2014», η οποία αποτελεί τη συνέχεια της «Ατζέντας της Θεσσαλονίκης», μιας άλλης ελληνικής πρωτοβουλίας για την περιοχή, ήδη από το 2003. Ο πρωταρχικός στόχος αυτής της πρωτοβουλίας ήταν να θέσουμε έναν πολιτικό στόχο–ορόσημο στη διαδικασία ένταξης στην Ε.Ε. των Βαλκανίων, τέτοιον που να αποτελεί ισχυρό κίνητρο για τα κράτη όλης της περιοχής να προωθήσουν και να επιταχύνουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και προσαρμογές που θα τα φέρουν πιο κοντά στην Ε.Ε.

Στη διάρκεια των κρίσιμων ετών της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, η παρουσία της Ε.Ε. στα Βαλκάνια ήταν ανεπαρκής και αυτό είχε επιζήμια αποτελέσματα στις κρίσεις που ακολούθησαν. Όλοι γνωρίζουμε καλύτερα τώρα. Υπάρχουν ακόμα ανοικτές πληγές στην περιοχή μας, με το Κόσοβο να αποτελεί την πιο επιτακτική. Πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι τούτη τη φορά η Ε.Ε. θα είναι παρούσα και θα έχει ισχυρή φωνή. Η ευρωπαϊκή προοπτική ολόκληρης της περιοχής μπορεί να δώσει ώθηση στην πολιτική διαδικασία η οποία πρόκειται να ξεκινήσει με θέμα το Κόσοβο. Την ίδια στιγμή πρέπει να διατηρήσουμε ανοικτή και ξεκάθαρη την οδό για τη Σερβία, ώστε να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε..

Υπάρχουν αρκετά εκκρεμή ζητήματα στα Βαλκάνια. Ένα από αυτά περιστρέφεται γύρω από το όνομα της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Δεν πρόκειται για ένα διμερές ζήτημα ήσσονος σημασίας ή μια λεπτολογία γύρω από ιστορικά σύμβολα όπως κάποιοι θα ήθελαν να το παρουσιάσουν, αλλά ένα περιφερειακό ζήτημα με βαθιές ιστορικές ρίζες, άρρηκτα συνδεδεμένο με τις σχέσεις καλής γειτονίας.

Προκειμένου να φτάσουμε σε ένα συμβιβασμό στο θέμα του ονόματος, οι δύο πλευρές πρέπει να συναντηθούν στη μέση, πραγματοποιώντας αμοιβαία βήματα για τη γεφύρωση του χάσματος και τη συμφιλίωση των αντιτιθέμενων θέσεών τους. Η Ελλάδα έχει ήδη διανύσει το δικό της μισό. Μια δίκαιη και βιώσιμη λύση μπορεί να στηρίζεται μόνο σε ένα όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό, για χρήση έναντι όλων. Η Μακεδονία είναι μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή, της οποίας το μεγαλύτερο τμήμα βρίσκεται στην Ελλάδα. Ένα μικρό μέρος της βρίσκεται στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και ένα ακόμη μικρότερο στη Βουλγαρία. Το μέρος δεν είναι δυνατόν να εκπροσωπεί το όλον και η αποκλειστική αξίωση της πΓΔΜ επί του ονόματος «Μακεδονία» δεν μπορεί να επιτραπεί να καλλιεργεί τον εθνικισμό. Η όποια λύση πρέπει να τύχει καθολικής εφαρμογής, γιατί αλλιώς απλώς επιτείνουμε τη σημερινή κατάσταση.

Έχουμε εντατικοποιήσει τις προσπάθειές μας για εξεύρεση λύσης εντός του πλαισίου της καθιερωμένης διαπραγματευτικής διαδικασίας των Ηνωμένων Εθνών, υπό τον κ. Nimetz, με την ελπίδα να ευοδωθεί το συντομότερο δυνατό.

Επέλεξα τη Γενική Συνέλευση, η οποία φύσει αποτελεί το forum επίλυσης των διεθνών διαφορών, προκειμένου να διακηρύξω για μια ακόμη φορά την ετοιμότητα της Ελλάδας για την επίτευξη λύσης ακόμη και αύριο και να απευθύνω έκκληση στον κ. Gruevski να επιδείξει ηγετική ευθύνη και να γίνει εταίρος της Ελλάδας για την πρόοδο. Την πρόοδο που θα έχει ως αποτέλεσμα ένα λαμπρό μέλλον ευημερίας στις σχέσεις μας εντός της Ε.Ε.. Ένα μέλλον που θέλουμε να γίνει πραγματικότητα σύντομα.

Για το σκοπό αυτό, καλώ την ηγεσία της γειτονικής μας χώρας να επικεντρωθεί στις προσπάθειες για την εξεύρεση λύσης αντί να σπαταλά πολύτιμους πόρους και ενέργεια σε παρελκυστικές πρακτικές και στη δημιουργία κλίματος ανταγωνισμού, ακόμη και εχθρότητας, ενώ αποφεύγει να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν.

Η Ελλάδα τείνει χείρα φιλίας και συνεργασίας. Ήρθε ο καιρός οι γείτονές μας να αδράξουν αυτό το χέρι.

Επιτρέψτε μου να στραφώ στη σημαντικότερη εστία ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή μας, η οποία είναι η διαρκέστερη και πλέον παρατεταμένη σύγκρουση της εποχής μας. Αναφέρομαι στην Αραβο-Ισραηλινή διένεξη, η οποία και πάλι βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή.

Η συνέχιση των απευθείας διαπραγματεύσεων αποτέλεσε ένα σημαντικό επίτευγμα. Πρέπει να εκφράσουμε τις ευχαριστίες μας στον Πρόεδρο Obama και στην Κυβέρνησή του, καθώς και σε όλους όσοι συνεισέφεραν σε αυτό, και φυσικά στην ηγεσία του Ισραήλ και των Παλαιστινίων και στις ηγεσίες των αραβικών χωρών που την υποστήριξαν.

Ωστόσο είναι μόνο η αρχή, όχι το τέλος. Το πιο δύσκολο μέρος είναι μπροστά μας. Η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα αυτήν τη στιγμή είναι να διατηρήσουμε αυτό το διάλογο και να τον κάνουμε να καρποφορήσει. Και οι δύο πλευρές έχουν την υποχρέωση να επιδείξουν σεβασμό σε αυτή την εύθραυστη διπλωματική διαδικασία. Πράξεις που απειλούν την ίδια την ύπαρξή της, όπως οι ισραηλινοί εποικισμοί, πρέπει να αποφευχθούν ώστε οι διαπραγματεύσεις να μην καταστούν μάταιες.

Είναι πολύ σημαντικό να ενισχύσουμε όσους υποστηρίζουν την ειρήνη και να εμπεδωθεί η φιλειρηνική νοοτροπία και στις δύο πλευρές. Οφείλουμε να δώσουμε στους ανθρώπους ελπίδα και αισιόδοξη προοπτική, να τους παράσχουμε απτές αποδείξεις ότι ο διάλογος θα αποδώσει απτά αποτελέσματα, ωφέλιμα για όλους. Πρέπει να τους πείσουμε ότι το κόστος της αντιπαράθεσης είναι μεγαλύτερο από το κόστος των αμοιβαίων υποχωρήσεων που οδηγούν στην ειρήνη. Χρειάζεται να πείσουμε κυρίως τις νέες γενιές ότι η ειρηνική συνύπαρξη είναι η βιώσιμη επιλογή.

Ένα εξίσου σημαντικό και χρόνιο ζήτημα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι και το Κυπριακό.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Γενικό Γραμματέα και όλους όσοι εργάζονται μαζί του για μια δίκαιη λύση στην Κύπρο: μια λύση βασισμένη στις Αποφάσεις του ΟΗΕ για μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με μια διεθνή προσωπικότητα, μια ιθαγένεια και μια κυριαρχία. Μια λύση πλήρως συμβατή με το κοινοτικό κεκτημένο.

Οι Αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών πρέπει να εφαρμόζονται. Η εφαρμογή των Αποφάσεων του ΟΗΕ δεν είναι σημαντική μόνο για την Κύπρο. Είναι σημαντική για το σύνολο της διεθνούς κοινότητας και τις κοινές αξίες που μοιράζεται, είναι σημαντική για την ηθική υπόσταση του ίδιου του ΟΗΕ. Η νήσος παραμένει διαιρεμένη, μια κατάσταση επονείδιστη. Η Κύπρος αποτελεί ένα τραγικό παράδειγμα, όπου η κοινή μας αίσθηση δικαίου, οι κοινές μας αξίες έχουν λαθέψει.

Το τελευταίο «Τείχος του Βερολίνου» πρέπει να γκρεμιστεί, όχι να ενισχυθεί. Αυτή η ευθύνη ανήκει στα Ηνωμένα Έθνη και σε όλους όσοι έχουν λόγο στις διεθνείς εξελίξεις. Η Κύπρος είναι θύμα στρατιωτικής εισβολής και παραμένει υπό την κατοχή ξένων στρατευμάτων, αυτή είναι η πραγματική αλήθεια και αυτό πρέπει να πάψει. Πρέπει να υπερβούμε αυτήν την κατάσταση. Χρειάζεται θάρρος. Θάρρος από όλους όσοι εμπλέκονται. Η λύση του Κυπριακού είναι και πρέπει να ειδωθεί ως αμοιβαίο όφελος. Είναι ζωτικής σημασίας για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή μας.

Ειλικρινά πιστεύω ότι η ελληνοκυπριακή και η τουρκοκυπριακή κοινότητα μπορούν να βρουν λύσεις. Οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι μπορούν να ζήσουν μαζί ειρηνικά και αρμονικά σε μια επανενωμένη Κύπρος εντός της Ε.Ε.. Πρέπει να τους επιτραπεί να αποφασίσουν ελεύθερα για το κοινό τους μέλλον, χωρίς ξένες παρεμβάσεις και πιέσεις. Και μπορούμε να τους βοηθήσουμε στη διαδικασία αυτή.

Η επίλυση του Κυπριακού είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης, θέλησης και αποφασιστικότητας, όπως αυτή που επιδεικνύει ο Πρόεδρος Χριστόφιας, προκειμένου να δώσει οριστικό τέλος σε αυτό το χρονίζον διεθνές πρόβλημα.

Απευθύνω έκκληση προς τους Τουρκοκυπρίους. Σας θέλουμε δίπλα μας, εντός της ευρύτερης ευρωπαϊκής οικογένειας. Η συμμετοχή σε μια ενωμένη Κύπρο εντός της Ε.Ε. σημαίνει ότι κάθε Κύπριος θα απολαμβάνει ασφάλεια, ισότητα ενώπιον του νόμου, προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοκρατική εκπροσώπηση και ασφάλεια υπό τη στέγη της Ε.Ε.. Μέσα στο σύγχρονο ευρωπαϊκό περιβάλλον, κατάλοιπα του παρελθόντος όπως «εγγυήτριες δυνάμεις» φαίνονται και είναι αναχρονιστικά και εκτός πραγματικότητας.

Κύπρος, Τουρκία και Ελλάδα: όποιος προτίθεται να κοιτάξει το μέλλον, η συνέχεια του καθενός μας είναι συνυφασμένη με του άλλου, όπως και η ιστορία μας. Μια επανενωμένη Κύπρος σε ομοσπονδιακή βάση, μέλος της Ε.Ε. δεν εξυπηρετεί μόνο την ευρωπαϊκή επιδίωξη για ασφάλεια στην περιοχή αλλά και την επιθυμία του κάθε πολίτη καθεμιάς από τις τρεις χώρες.

Η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν την ευθύνη να συνεργαστούν στην επίλυση του Κυπριακού και να διευκολύνουν τη διαδικασία. Η Ελλάδα και η Τουρκία, μέσω της επαναπροσέγγισής τους, έχουν από κοινού μια σπάνια ευκαιρία να βοηθήσουν τους πολίτες της Κύπρου να ξαναχτίσουν το νησί τους, τα σπίτια τους, τα όνειρά τους.

Η Τουρκία μπορεί να αποδείξει τη δέσμευσή της για μια λύση στο Κυπριακό αποσύροντας άμεσα τα στρατεύματά της από τη νήσο και δίδοντας έτσι ώθηση στη διαπραγματευτική διαδικασία, αλλά και στη δική της ευρωπαϊκή προοπτική.

Συνεπώς, απευθύνω έκκληση στην ηγεσία της Τουρκίας να αξιοποιήσει το πλαίσιο αυτό για μια δίκαιη λύση. Ας μην επεκτείνουμε το τείχος που χωρίζει τις δύο κοινότητες στην Κύπρο, ώστε να χωρίζει την Τουρκία από την Ευρώπη. Αντιθέτως, ας γκρεμίσουμε το τελευταίο «Τείχος του Βερολίνου» και ας δημιουργήσουμε ένα κοινό μέλλον για τους πολίτες μιας ελεύθερης Κύπρου.

Τέλος, επιτρέψτε μου να αναφερθώ εν τάχει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που αποτελούν μια σημαντική παράμετρο για τη σταθερότητα στην περιοχή. Όπως κατά πάσα πιθανότητα ήδη γνωρίζετε, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις φέρουν το βάρος ενός επαχθούς ιστορικού παρελθόντος. Επομένως, δεν είναι εύκολο να αλλάξουμε την πορεία τους και να μετατρέψουμε μια αντιπαλότητα που υπάρχει από καιρό σε καλή γειτονία, ελεύθερη από την απειλή χρήσης βίας ή αβάσιμες εδαφικές διεκδικήσεις. Ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου είναι η μοναδική βάση για μια υγιή και ειρηνική σχέση μεταξύ των δύο χωρών.

Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει μια διαδικασία μαζί με την Τουρκία, η οποία θα αλλάξει δραστικά τις ζωές μας στα επόμενα χρόνια. Έχουμε ανοίξει έναν διάλογο, έναν ειλικρινή διάλογο. Και μολονότι μπορεί να διαφέρουν οι απόψεις μας επί πολλών θεμάτων, όπως ο τρόπος που βλέπουμε την Κύπρο και που προσεγγίζουμε τις διμερείς μας σχέσεις, αυτή η ανοικτή προσέγγιση μπορεί μόνο να οδηγήσει σε μια προοδευτική επίλυση των προβλημάτων μας. Η τουρκική ηγεσία και ο τουρκικός λαός γνωρίζουν ότι είμαστε ειλικρινείς σε όσα λέμε και ότι επιθυμία μας είναι μια νέα ειρηνική σχέση. Πιστεύω ότι η Ελλάδα και η Τουρκία δεν έχουν άλλη επιλογή από το να εξερευνήσουν νέες οδούς συνεργασίας. Θεωρώ ότι τα κοινά μας συμφέροντα μπορούν να υπερισχύσουν των πολιτικών μας διαφορών. Μπορούμε και οφείλουμε να επιλύσουμε αυτές τις διαφορές με ειρηνικά μέσα. Μια ενδεχόμενη οδός θα ήταν και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Δε θέλω να δώσω λανθασμένη εντύπωση ότι όλα τα προβλήματά μας έχουν ξαφνικά επιλυθεί. Είναι πολύ ανησυχητικό ότι πλειάδα δηλώσεων και πράξεων ακόμα υπονομεύουν αυτή τη γνήσια και δύσκολη προσπάθεια. Η από καιρό επικρεμάμενη απειλή πολέμου, το «casus belli» εναντίον της χώρας μου είναι απαράδεκτο και δεν έχει καμία θέση στην ευρωπαϊκή οικογένεια και τη διεθνή κοινότητα αξιών και αρχών.

Υπάρχουν και κάποιοι που σίγουρα θα ήθελαν να αποτύχουν οι προσπάθειές μας. Είναι ιστορικό μας καθήκον να υπερβούμε τις δυσκολίες αυτές και να διατηρήσουμε τη δυναμική μας, ανταποκρινόμενοι στην εντολή των λαών μας για ειρήνη.

«Προσβλέπουμε στην ημέρα που το Βελιγράδι και η Πρίστινα θα είναι μια άνετη διαδρομή με το λεωφορείο, που η Ιερουσαλήμ και η Δαμασκός, η Αθήνα και η Άγκυρα και φυσικά τα δύο τμήματα της διαιρεμένης Λευκωσίας δεν θα χωρίζονται από φόβο και καχυποψία, αλλά θα ενώνονται από την ειρήνη». Αυτά ήταν τα λόγια που χρησιμοποίησε και το όραμα που εξέφρασε ο Γιώργος Παπανδρέου, ο σημερινός Πρωθυπουργός της Ελλάδας στην πρώτη του ομιλία στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ως Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας το 1999. Επιτρέψτε μου να επαναλάβω αυτά τα λόγια και το όραμα στη δική μου πρώτη ομιλία υπό την ίδια ιδιότητα. Μια ευχή και ένα όραμα, που νομίζω όλοι μοιραζόμαστε.


Κυρίες και κύριοι,

Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω με ένα απόσπασμα του ίδιου του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που εγκολπώνει πλήρως το κεντρικό νόημα και το ουσιώδες μήνυμα της ομιλίας μου:

«Εμείς, οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών είμαστε αποφασισμένοι...

... να είμαστε επιεικείς και να ζούμε μαζί ειρηνικά ο ένας με τον άλλο ως καλοί γείτονες...

... και να ενώσουμε τη δύναμή μας για να προασπίσουμε τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια
...»

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.